Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Σεφέρης Τελευταῖος Σταθμός

Σαν σήμερα πέθανε ο κορυφαίος νομπελίστας ποιητής μας, Γιώργος Σεφέρης.
Ένα αγαπημένο ποίημα που με συντροφεύει το έγραψε στην  Cava dei Tirreni, στις 5 Ὀκτωβρίου ῾44 όπου βρισκόταν με την κυβέρνηση Παπανδρέου, ως διπλωμάτης.
Αν και δεν έχουν γραφεί πολλά για τις πεποιθήσεις του -τις οποίες φρόντιζε μάλλον να καλύπτει λόγω της θέσης του, αποκαλύπτονται στα ημερολόγια του όπου κατέθετε τις σκέψεις του.
'Έτσι, τη Δευτέρα 30 Ιουνίου 1941 σημείωσε στο ημερολόγιό του: «Πλάι μας μαζεύτηκε σιγά σιγά η βασιλική οικογένεια, πρίγκηψ Γεώργιος και πρ. Μαρία στην αρχή, ο Παύλος κι έπειτα ο Βασιλιάς. Μιλούν μεταξύ τους αγγλικά, γαλλικά και λίγα ελληνικά, κάποτε. Θα είμαστε, υποθέτω, γι' αυτούς οι ιθαγενείς».
Μετά την κατάκτηση της Ελλάδας από τους Γερμανούς, ο Σεφέρης είχε ακολουθήσει την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην στην Αίγυπτο, στη Νότια Αφρική, την Ιταλία για να επιστρέψει στην ελεύθερη Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944.

Λίγες οἱ νύχτες μὲ φεγγάρι ποὺ μ᾿ ἀρέσαν.
Τ᾿ ἀλφαβητάρι τῶν ἄστρων ποὺ συλλαβίζεις
ὅπως τὸ φέρει ὁ κόπος τῆς τελειωμένης μέρας
καὶ βγάζεις ἄλλα νοήματα κι ἄλλες ἐλπίδες,
πιὸ καθαρὰ μπορεῖς νὰ τὸ διαβάσεις.
Τώρα ποὺ κάθομαι ἄνεργος καὶ λογαριάζω
λίγα φεγγάρια ἀπόμειναν στὴ μνήμη-
νησιά, χρῶμα Θλιμμένης Παναγίας, ἀργὰ στὴ χάση
ἢ φεγγαρόφωτα σὲ πολιτεῖες τοῦ βοριὰ ρίχνοντας κάποτε
σὲ ταραγμένους δρόμους ποταμοὺς καὶ μέλη ἀνθρώπων
βαριὰ μία νάρκη.
Κι ὅμως χτὲς βράδυ ἐδῶ, σὲ τούτη τὴ στερνή μας σκάλα
ὅπου προσμένουμε τὴν ὥρα τῆς  ἐπιστροφῆς μας νὰ χα-
    ράξει
σὰν ἕνα χρέος παλιό, μονέδα ποὺ ἔμεινε γιὰ χρόνια
στὴν κάσα ἑνὸς φιλάργυρου, καὶ τέλος
ἦρθε ἡ στιγμὴ τῆς  πλερωμῆς κι ἀκούγονται
νομίσματα νὰ πέφτουν πάνω στὸ τραπέζι-
σὲ τοῦτο τὸ τυρρηνικὸ χωριό, πίσω ἀπὸ τὴ Θάλασσα τοῦ
    Σαλέρνο

πίσω ἀπὸ τὰ λιμάνια τοῦ γυρισμοῦ, στὴν  ἄκρη
μιᾶς φθινοπωρινῆς μπόρας, τὸ φεγγάρι
ξεπέρασε τὰ σύννεφα, καὶ γίναν
τὰ σπίτια στὴν ἀντίπερα πλαγιὰ ἀπὸ σμάλτο.
Σιωπὲς ἀγαπημένες τῆς  σελήνης.
Εἶναι κι αὐτὸς ἕνας εἱρμὸς τῆς σκέψης, ἕνας τρόπος
ν᾿ ἀρχίσεις νὰ μιλᾶς γιὰ πράγματα ποὺ ὁμολογεῖς
δύσκολα, σὲ ὧρες ὅπου δὲ βαστᾶς, σὲ φίλο
ποὺ ξέφυγε κρυφὰ καὶ φέρνει
μαντάτα ἀπὸ τὸ σπίτι κι ἀπὸ τοὺς συντρόφους,
καὶ βιάζεσαι ν᾿ ἀνοίξεις τὴ καρδιά σου
μὴ σὲ προλάβει ἡ ξενιτιὰ καὶ τὸν ἀλλάξει.
Ἐρχόμαστε ἀπ᾿ τὴν Ἀραπιά, τὴν Αἴγυπτο τὴν Παλαιστίνη
   τὴ Συρία
τὸ κρατίδιο
τῆς Κομμαγηνῆς πού ῾σβησε σὰν τὸ μικρὸ λυχνάρι
πολλὲς φορὲς γυρίζει στὸ μυαλό μας,
καὶ πολιτεῖες μεγάλες ποὺ ἔζησαν χιλιάδες χρόνια
κι ἔπειτα ἀπόμειναν τόπος βοσκῆς γιὰ τὶς γκαμοῦζες
χωράφια γιὰ ζαχαροκάλαμα καὶ καλαμπόκια.
Ἐρχόμαστε ἀπ᾿ τὴν ἄμμο τῆς  ἔρημος ἀπ᾿ τὶς Θάλασσες τοῦ
    Πρωτέα,
ψυχὲς μαραγκιασμένες ἀπὸ δημόσιες ἁμαρτίες,
καθένας κι ἕνα ἀξίωμα σὰν τὸ πουλὶ μὲς στὸ κλουβί του.
Τὸ βροχερὸ φθινόπωρο σ᾿ αὐτὴ τὴ γούβα
κακοφορμίζει τὴν πληγὴ τοῦ καθενός μας
ἢ αὐτὸ ποὺ θἄ ῾λεγες ἀλλιῶς, νέμεση μοίρα
ἢ μοναχὰ κακὲς συνήθειες, δόλο καὶ ἀπάτη,
ἢ ἀκόμη ἰδιοτέλεια νὰ καρπωθεῖς τὸ αἷμα τῶν ἄλλων.
Εὔκολα τρίβεται ὁ ἄνθρωπος μὲς στοὺς πολέμους-
ὁ ἄνθρωπος εἶναι μαλακός, ἕνα δεμάτι χόρτο-
χείλια καὶ δάχτυλα ποὺ λαχταροῦν ἕνα ἄσπρο στῆθος
μάτια ποὺ μισοκλείνουν στὸ λαμπύρισμα τῆς μέρας
καὶ πόδια ποὺ θὰ τρέχανε, κι ἂς εἶναι τόσο κουρασμένα,
στὸ παραμικρὸ σφύριγμα τοῦ κέρδους.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μαλακὸς καὶ διψασμένος σὰν τὸ χόρτο,
ἄπληστος σὰν τὸ χόρτο, ρίζες τὰ νεῦρα του κι ἀπλώνουν-
σὰν ἔρθει ὁ Θέρος
προτιμᾶ νὰ σφυρίξουν τὰ δρεπάνια στ᾿ ἄλλο χωράφι-
σὰν ἔρθει ὁ Θέρος
ἄλλοι φωνάζουνε γιὰ νὰ ξορκίσουν τὸ δαιμονικὸ
ἄλλοι μπερδεύουνται μὲς στ᾿ ἀγαθά τους,  ἄλλοι  ρητο-
    ρεύουν.
Ἀλλὰ τὰ ξόρκια τ᾿ ἀγαθὰ τὶς ρητορεῖες,
σὰν εἶναι οἱ ζωντανοὶ μακριά, τί θὰ τὰ κάνεις;
Μήπως ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄλλο πράγμα;
Μὴν εἶναι αὐτὸ ποὺ μεταδίνει τὴ ζωή;
Καιρὸς τοῦ σπείρειν, καιρὸς τοῦ θερίζειν.
Πάλι τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια, θὰ μοῦ πεῖς, φίλε.
Ὅμως τὴ σκέψη τοῦ πρόσφυγα τὴ σκέψη τοῦ αἰχμάλωτου
   τὴ σκέψη
τοῦ ἀνθρώπου σὰν κατάντησε κι αὐτὸς πραμάτεια
δοκίμασε νὰ τὴν ἀλλάξεις, δὲν μπορεῖς.
Ἴσως καὶ νἄ ῾θελε νὰ μείνει βασιλιὰς ἀνθρωποφάγων
ξοδεύοντας δυνάμεις ποὺ κανεὶς δὲν ἀγοράζει,
νὰ σεργιανᾶ μέσα σὲ κάμπους ἀγαπάνθων
ν᾿ ἀκούει τὰ τουμπελέκια κάτω ἀπ᾿ τὸ δέντρο τοῦ μπαμποῦ,
καθὼς χορεύουν οἱ αὐλικοί με τερατώδεις προσωπίδες.
Ὅμως ὁ τόπος ποὺ τὸν  πελεκοῦν καὶ ποὺ τοῦ καῖνε σὰν
    τὸ πεῦκο, καὶ τὸν  βλέπεις
εἴτε στὸ σκοτεινὸ βαγόνι, χωρὶς νερό, σπασμένα τζάμια,
   νύχτες καὶ νύχτες
εἴτε στὸ πυρωμένο πλοῖο ποὺ θὰ βουλιάξει καθὼς τὸ δεί-
    χνουν οἱ στατιστικές,
ἐτοῦτα ρίζωσαν μὲς στὸ μυαλὸ καὶ δὲν ἀλλάζουν
ἐτοῦτα φύτεψαν εἰκόνες ἴδιες με τὰ δέντρα ἐκεῖνα
ποὺ ρίχνουν τὰ κλωνάρια τους μὲς στὰ παρθένα δάση
κι αὐτὰ καρφώνουνται στὸ χῶμα καὶ ξαναφυτρώνουν-
ρίχνουν κλωνάρια καὶ ξαναφυτρώνουν δρασκελόντας
λεῦγες καὶ λεῦγες-
ἕνα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων τὸ μυαλό μας.
Κι ἂ σου μιλῶ μὲ παραμύθια καὶ παραβολὲς
εἶναι γιατὶ τ᾿ ἀκοῦς γλυκότερα, κι ἡ φρίκη
δὲν κουβεντιάζεται γιατὶ εἶναι ζωντανὴ
γιατὶ εἶναι ἀμίλητη καὶ προχωράει-
στάζει τὴ μέρα, στάζει στὸν ὕπνο
μνησιπήμων πόνος.
Νὰ μιλήσω γιὰ ἥρωες νὰ μιλήσω γιὰ ἥρωες: ὁ Μιχάλης
ποὺ ἔφυγε μ᾿ ἀνοιχτὲς πληγὲς ἀπ᾿ τὸ νοσοκομεῖο
ἴσως μιλοῦσε γιὰ ἥρωες ὅταν, τὴ νύχτα ἐκείνη
ποὺ ἔσερνε τὸ ποδάρι του μὲς στὴ συσκοτισμένη πολιτεία,
οὔρλιαζε ψηλαφώντας τὸν  πόνο μας- «Στὰ σκοτεινὰ
πηγαίνουμε, στὰ σκοτεινὰ προχωροῦμε...»
Οἱ ἥρωες προχωροῦν στὰ σκοτεινά.
Λίγες οἱ νύχτες μὲ φεγγάρι ποὺ μ᾿ ἀρέσουν.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Περι Αστικής Ανθεκτικότητας και άλλων δαιμόνων....

Τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά την πανδημία, η διεθνής κοινότητα, η Ε.Ε στράφηκαν στην αναγκαιότητα της ενίσχυσης των δομών της πολιτικής προστασίας και απαίτησης της πρόληψης των καταστροφών.  Η επιδημία Covid-19 δημιουργησε νέες προκλήσεις για την ανάπτυξη έξυπνων και βιώσιμων πόλεων. Έχει αποδειχθεί ότι δεν αρκεί πλέον να εστιάζουμε μόνο στην παροχή υπηρεσιών για ποιότητα ζωής ή για ένα καλύτερο οικοσύστημα. Πρέπει να προετοιμάσουμε τις πόλεις έτσι ώστε να μπορούν να διαχειρίζονται, να συντηρούν και να διασφαλίζουν τις υπηρεσίες της πόλης και να βελτιώνουν την ποιότητα ζωής ενόψει των επικείμενων κινδύνων. Μεγάλα ποσά  διανεμήθηκαν για σχεδια εκτάκτων αναγκών, καθώς και για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των πόλεων με "έξυπνες" ψηφιακά ενεργοποιημένες υπηρεσίες που συμβάλλουν στην καλύτερη ποιότητα ζωής, ιδιαίτερα με συστήματα  προειδοποίησης και αντιμετώπισης κινδύνων (πλημμυρικών φαινομένων, πυρκαγιάς, σεισμού κ.λπ.) εντός των ορίων του δήμου. Αυτο σημαίνει εγκα

Αν ζούσε ο Τσέ...

Κάθε επανάσταση έχει τους ήρωες της. ...Κάθε επανάσταση εξατμίζεται και αφήνει ένα κατακάθι γραφειοκρατίας, έλεγε ο Franz Kafka «Η "ηρωική γενιά του πολυτεχνείου" εξαργύρωσε τους "αγώνες" της με υπουργεία, βίλες, κότερα και πολλά εκατομμύρια. Οδήγησε τη χώρα στο σημερινό χάος του χρέους, της ανεργίας και των χιλιάδων αυτοκτονιών», προκάλεσε με την δήλωσή της η Χρυσή Αυγή. Εκτός όμως, από τους δηλωμένους φασίστες που από χρόνια προβάλουν αυτή τη θεωρία, μαζί με την επίσης, εξοργιστική άποψη ότι δεν υπήρξαν νεκροί στο πολυτεχνείο, υπάρχουν και πολλοί άλλοι, οι οποίοι προσπαθώντας να αιτιολογήσουν την κατάσταση στην οποία περιήλθε η χώρα, ρίχνουν το "ανάθεμα" σε μια ολόκληρη γενιά. Ναι, κάποιοι εξαργύρωσαν τους αγώνες. Ναι, κάποιοι βουτήχτηκαν στην διαφθορά. "Πολίτες, φοβούμαι πως η επανάσταση, όπως ο Κρόνος, θα φάει διαδοχικά όλα της τα παιδιά και θα δημιουργήσει ένα δεσποτισμό με όλους τους κινδύνους που τον συνοδεύουν" ήταν τα τελευταία λόγι

Ένας πρωθυπουργός που ήθελε να γίνει αόρατος

« Στο υπόλοιπο της συνόδου κρατούσα το κεφάλι χαμηλά, για να περάσω όσο γίνεται απαρατήρητος » Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο Την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα στις βροχερές Κάννες, στις 2 Νοεμβρίου του 2011, εν αναμονή της συνόδου κορυφής του G20 περιγράφει ο Θαπατέρο στο βιβλίο του "το Δίλημμα". Πριν από δύο ημέρες, ο έλληνας πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου είχε ανακοινώσει δημοψήφισμα, το οποίο θα μπορούσε και να οδηγήσει στην έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Το μέλλον του κοινού νομίσματος ήταν αβέβαιο, όχι χωρίς την ευθύνη των Ευρωπαίων και κυρίως των Γαλλογερμανών αλλά οι γύπες των διεθνών αγορών ομολόγων είχαν εκδηλώσει έντονο εκνευρισμό και πίεζαν την περάτωση των πυρετικών διαβουλεύσεων για να καθορίσουν τη στάση τους. Η Αγκελα Μέρκελ εξομολογείται ο Ισπανός πρώην πρωθυπουργός, Θαπατέρο τον πλησιάζει και χωρίς καμία εισαγωγή, του λέει: Τι θα λέγατε να πάρετε έκτακτο δάνειο 50 δισ. ευρώ από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο; Σκοπεύω να προτείνω και στον Σίλβιο Μπερλουσκ